Στα πρώτα χρόνια ζωής της Νοσταλγίας, δεχόμασταν συχνά ερωτήσεις για τους λόγους που μας έκαναν να επιλέγουμε τα έργα που ανεβάζαμε. Δεν μοιάζαμε να στοχεύουμε στην εμπορικότητα ή να ενδιαφερόμαστε για το πόσα εισιτήρια θα κόψουμε. Τα σκοτεινά Πελώρια Μάτια και το Εκπέμπα έδωσαν από την αρχή κιόλας στην ομάδα ένα ατμοσφαιρικό και πειραματικό χαρακτήρα. Ακολούθησαν το ψυχολογικό Μαρά/Σαντ, ο Δούναβης με τις υπαινικτικές αναφορές του στον πόλεμο και την παρακμή του ανθρωπίνου γένους και η Διαστροφή ως αποδόμηση του θεάτρου, επιβεβαιώνοντας τις πρώτες εντυπώσεις. Με τον Εραστή και την Άγρια Δύση περάσαμε σε κείμενα περισσότερο οικεία – από τα οποία, όμως, δεν έλειπε η ανατροπή που άφηνε τον θεατή προβληματισμένο. Το The Frontman, το 10:15 και ο Klein, αν και πολύ διαφορετικά μεταξύ τους σε θεματολογία, ενίσχυσαν τη χρήση πολλαπλών εικαστικών μέσων στη δουλειά μας. Το Μπαλκόνι πάντρεψε αυτή την στροφή προς τα εικαστικά με ένα από τα μεγαλύτερα και σημαντικότερα κείμενα της παγκόσμιας δραματουργίας.
Για να μην παρεξηγηθούμε, η «αποστολή» της ομάδας μας δεν είναι η χρήση πολυποίκιλων εικαστικών μέσων. Τα μέσα παραμένουν μέσα, και το ενδιαφέρον μας γι’ αυτά είναι καθαρά προσωπικό. Στόχος μας είναι να προσφέρουμε στο κοινό νέες εμπειρίες. Οι πειραματισμοί μας δεν απευθύνονται μόνο σε υποψιασμένους θεατές. Θέλουμε να συμβάλλουμε στην δημιουργία ενός κοινού που εκτίθεται συνεχώς σε καινούρια ερεθίσματα. Στην Ελλάδα, η μοντέρνα τέχνη των 60s θεωρείται ακόμα πρωτοπορία για κάποιους – άλλοι δε, δεν τη θεωρούν καν τέχνη. Είναι σημαντικό για τους καλλιτέχνες να αφυπνίζουν το κοινό τους και να εκθέτουν έργα τα οποία συμβαδίζουν με την επικαιρότητα. Στα δέκα χρόνια πορείας μας, επιλέγουμε κείμενα ή θέματα που μας «μιλάνε» την συγκεκριμένη περίοδο που διανύουμε. Χωρίς να αφήνουμε το κοινό να μας υπαγορεύει τις επιλογές μας, προσπαθούμε να διαισθανθούμε τις ανάγκες του και να βρούμε με ποιο τρόπο θα επικοινωνήσουμε μαζί του μέσα από τη δουλειά μας.
Το Loot το επιλέξαμε για να δοκιμαστούμε στην κωμωδία – ποτέ μέχρι τώρα δεν είχαμε ασχοληθεί με ένα καθαρά κωμικό κείμενο. Το επιλέξαμε και ως σχόλιο προς τον φόβο αλλά και την ξεγνοιασιά, την αναρχία αλλά και την υποταγή, τον πόλεμο αλλά και την αγάπη, την αδικία αλλά και την ενότητα, τις νευρώσεις αλλά και την πίστη στις δυνάμεις μας, την άσκηση εξουσίας αλλά και το σεβασμό προς τα ανθρώπινα δικαιώματα – αντιδράσεις και συναισθήματα που εκδηλώνονται πολύ έντονα τα τελευταία χρόνια λόγω των γεγονότων που εξελίσσονται τόσο στην Ελλάδα όσο και στον υπόλοιπο κόσμο. Το επιλέξαμε γιατί η γλώσσα του Joe Orton είναι η γλώσσα που εκφράζει καλύτερα τις σκέψεις μας στους καιρούς που διανύουμε. Το επιλέξαμε, πάνω απ’ όλα, για το βασικό του θέμα, το οποίο είναι αυτό που μας απασχόλησε και στο Μπαλκόνι αλλά και σε όλες τις προηγούμενες παραγωγές μας: η αντιπαράθεση του «είναι» με το «φαίνεσθαι». Γιατί οι άνθρωποι έχουν όψη αλλά και ουσία – και οι σχέσεις μεταξύ τους ορίζονται τόσο από τύπους και κώδικες συμπεριφοράς όσο κι από αλήθεια και ειλικρίνεια.
Με τη δουλειά μας ελπίζουμε να συνεχίσουμε να προτρέπουμε τους ανθρώπους να παρατηρούν πιο πολύ τον κόσμο γύρω τους. Να βλέπουν πέρα από το «φαίνεσθαι». Να βλέπουν και με τα μάτια του διπλανού τους. Αλλά ταυτόχρονα να εμπιστεύονται τις προσωπικές τους εντυπώσεις, ανεπηρέαστοι από τους γύρω τους. Ο θεατής, άσχετα από το πόσο διαβασμένος ή ανυποψίαστος είναι, παραμένει έγκυρος κριτής της εμπειρίας που εισπράττει. Σκοπός μας ήταν και παραμένει να προσφέρουμε νέες εμπειρίες στο κοινό μας, το οποίο ευχόμαστε να είναι πάντα όσο πιο ετερόκλητο γίνεται.
Τώνια Ράλλη
Ιανουάριος 2010